Κυριακή 31 Ιουλίου 2016

Ποίηση Σταύρου Βαβούρη



Ο Σταύρος Βαβούρης υπήρξε ποιητής, από τους αξιοσημείωτους της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς.
Γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου του 1925 στην Αθήνα. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1944.
Το 1952 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή.Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, τα ολλανδικά, τα πολωνικά και τα βουλγαρικά. Το 1986 τιμήθηκε με το δεύτερο κρατικό βραβείο ποίησης.
Πέθανε στις 6 Νοεμβρίου του 2008, σε ηλικία 83 ετών.

Κρίσεις για το έργο του

Με εξαίρεση τον ποιητικό του πατέρα, που είναι ο Κωνσταντίνος Καβάφης των ιστορικών προσωπείων, δεν ανιχνεύεται εύκολα άλλος ποιητικός πρόγονος. Ο Σταύρος Βαβούρης βγαίνει κατ' ευθείαν από την πρώτη μεταπολεμική γενιά, χωρίς να σφραγιστεί με άμεσο τρόπο από τα περιρρέοντα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα. Ποιητής του πάθους, που δοκιμάζεται στα όρια της οδύνης, μιλάει σωματικά για τον έρωτα, συγκρατημένα και κομψά, χωρίς να κάνει δηλώσεις για τη σεξουαλική του επιλογή. Μόνο στα ποιήματα της τελευταίας εικοσαετίας και μετά την έξοδό του από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αναφέρεται ανοιχτά στην ομοφυλοφιλία του. Όμως ακόμα και τότε, απελευθερωμένος πια από τις επαγγελματικές του συμβάσεις, ο έκδηλος ερωτισμός του δεν γίνεται ποτέ απροκάλυπτος.

Βασίλης Καλαμαράς


Η ποίηση του βγαίνει κατά το μεγαλύτερο μέρος της απ’ την ατομική του περιπέτεια και τις προσωπικές του πικρές εμπειρίες. Συντετριμμένη μαζί και αλλαζονική, οργισμένη και απαισιόδοξη και με ρομαντική κατά βάθος καταγωγή, κατέχεται από μια εμποδισμένη ερωτική δίψα και δίψα ζωής, συνδυάζοντας την ειρωνία, την πεζολογία και την χωρίς στράτευση κοινωνική σάτιρα με τον λυρισμό και τις απελπισμένες συναισθηματικές κάμψεις.

Κώστας Στεργιόπουλος

πηγη:sansimera.gr

Η δεύτερη μεταμόρφωση

Το μονοπάτι που έλπιζες να μην το λησμονήσεις.
Την Αγάπη δεν την λένε θάνατο.
(Μάθε πιο καλά τη γλώσσα των Ανθρώπων)
Αγάπη να την ονομάζεις.
Αγάπη να τηνε ζητάς
τον Θάνατο τον λένε Θάνατο.

Φόρεσε μόνο πράσινα ξανά
και σβήσε τα κεριά 
και μην εκπλήττεσαι,
που αλλάζω φως και χρώματα
σαν φαντασμαγορικό βεγγαλικό,
και μη νομίζεις λιμασμένα τα όνειρά μου.

Μη λησμονάς το φλογισμένο μονοπάτι
και το φλεγόμενο ταπέτο του.
Ό,τι μας καίει δε μας πεθαίνει
όχι, πώς να σου το πω:
Την Αγάπη δεν την λένε Θάνατο

την Αγάπη τήνε λένε Αγάπη.
Έτσι θα το βρεις παντού.
Ο δρόμος της
δε βγάζει όπως νομίζαμε στην άβυσσο.

Αγάπη μου
τελειώνοντας στο γράφω πάλι:
Το μονοπάτι που έλπιζες
να μην το λησμονήσεις.



Το φεγγάρι της Κέρκυρας

Μ’ άλειβε απόψε το φεγγάρι όλη τη νύχτα
γαλάζια πίσσα και χρυσή,
όπως αλείβουμε ένα σώμα αγαπημένο
με λάδι στην ακρογιαλιά.
Συλλογιζόμουν: αύριο
θα μ’ έχει κάνει είδωλο
για ν’ αλωνίζω πια στην παραλία
κάτω από τον ήλιο, το πρωί.
Ώσπου με κάλυψε έτσι ολόγυμνο
από το πρόσωπό μου απάνω
ίσαμε τα νύχια των ποδιών.

Σε μια στιγμή μεσουρανώντας
έστρεψε το κρανίο του τάχα μου τυχαία
χαμήλωσε, με κάρφωσε
έτσι όπως έκλεινα τα μάτια, ανύποπτος
και μ’ ένα σπίρτο αστραπιαία
μου ’βαλε πυρκαγιά.
Λαμπάδιασα και κόρωσα ίσαμε την αυγή.


Μη με ξυπνήσετε

Μη με ξυπνήσετε αν με βρείτε
να κοιμάμαι ακόμα.
Ίσως ονειρεύομαι και πάλι
ακριβώς όπως και τότε που με ξύπνησαν
λέγοντάς μου
πως δεν είχα να κερδίσω τίποτ’ απ’ τα όνειρα.
Κι εν τούτοις ό, τι έζησα,
κι εν τούτοις ό, τι κέρδισα
ήταν μέσα στα όνειρά μου μοναχά.


Ερχόταν πράγματι βροχή


Ερχόταν πράγματι βροχή·
ο αέρας είχε σταματήσει
κι ο ουρανός χαμήλωνε σταχτής.
Μα μ’ όλες τις πρώτες ψιχάλες
Δεν έβρεξε στο τέλος.

Τώρα μου γράφεις· «Είπα ότι θα βρέξει…»
Εν τούτοις –είμαι βέβαιος– δεν έβρεξε.
Αυτό ’ναι γεγονός.

Κι εκτός αυτού, κατά το βράδυ, αργότερα
άνοιξε τον ουρανό ο αέρας που ξανάρχισε
κι ίσαμε τις τρεις
κυλούσε σαν να σάρκαζε
ένα κατακίτρινο φαρμακερό φεγγάρι.








0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου