Πολλοί ποιητικοί στίχοι είναι αφιερωμένοι στην άνοιξη και στην ανθοφορία της φύσης. Οι στίχοι που έχουν γραφτεί από τους ποιητές όλων των εποχών έχουν κάποια σταθερά μοτίβα, μεταξύ αυτών και η Άνοιξη. Χρώματα ζωηρά, τοπία καταπράσινα δημιουργούν έντονα συναισθήματα που δημιουργούνται από τις εικόνες της φύσης. Η Άνοιξη συνεπάγεται καλή διάθεση, προϋποθέτει μια εύφορη ψυχική κατάσταση, όπως ακριβώς ένας στίχος που μόλις έχει γραφτεί αυθόρμητα.
H ποίηση έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργικότητα και η άνοιξη βελτιώνει θεωρητικά την ανθρώπινη διάθεση, οι ποιητές εδώ κι αιώνες πασχίζουν να ενώσουν τις δύο αυτές άπιαστες έννοιες. “Την Άνοιξη αν δεν την βρεις, την φτιάχνεις”, είχε γράψει ο Οδυσσέας Ελύτης και όπως φαίνεται, κάτι ήξερε παραπάνω γύρω από τη γκάμα των ανθρώπινων διαθέσεων. Από την άλλη, ο Pablo Neruda έγραφε, “Μπορείς να κόψεις όλα τα λουλούδια, αλλά δεν μπορείς να εμποδίσεις την Άνοιξη να' ρθει”(pathfinder.gr)
«Άνοιξη» Γιάννης Ρίτσος
Απόψε κοιμηθήκαμε στην αγκαλιά της άνοιξης
ακουμπώντας το κεφάλι στην καρδιά της.
Ακούγαμε στον ύπνο μας τις ανάσες των πουλιών και την καρδιά μας.
Το πρωί που ξυπνήσαμε, είδαμε τον ουρανό να περπατάει στην
κάμαρά μας σα γαλανό πουλί με χρυσά μάτια που τσίμπαγε
τα ψίχουλα των σκιών που ‘χαν μείνει από χθες βράδυ στο πάτωμα.
Μια στιγμή να νιφτούμε και φτάσαμε. […]
Σήμερα μια μικρή κοπέλα, με θαλασσιά κορδέλα στα μαλλιά,
στάθηκε στην κορφή της λεύκας και κελαδάει.
Απ’ το τραγούδι της πετούν μικρά πουλιά που γεμίζουν
τις αυλές και τις στέγες.
Τα πουλιά κάθονται στους ώμους των παιδιών.
Οι άνθρωποι μπλέκονται στα δίχτυα των αχτίνων και τρεκλίζουν
σαν πρωτόβγαλτα πουλιά.
Τα τριαντάφυλλα τρελάθηκαν και κάνουν τούμπες μέσα στο νερό.
Θε μου, το μεθυσμένο φως θα σπάσει τα τζάμια, θα πλημμυρίσει
τις κάμαρες και δε θ’ αφήσει μήτε έναν ίσκιο για να σκεπάσει
η μάνα τα μάτια της.
Τότε θα τινάξει στον αέρα το μαντήλι της και θα χορέψει κείνο το
νησιώτικο χορό που χόρευε στα νιάτα της μαζί με τον πατέρα
- ένα χορό που μυρίζει θάλασσα και βάρκες φορτωμένες πορτοκάλια.
Ο πατέρας θα κάνει πως ξέχασε το χορό και θα χαμογελάει
καθώς θα κρούει τη φτέρνα στον αέρα.
Κ’ εμείς ξοπίσω τους, παιδιά, πουλιά, λουλούδια και λιθάρια,
θα χορεύουμε στ’ αλώνι του ήλιου τραγουδώντας τις μέρες που
δε χάχουνται μες στο τραγούδι, όταν οι μεγάλοι χορεύουν
μαζί με τα παιδιά τους τον ίδιο χορό της κάθε άνοιξης.
(Γ. Ρίτσος, Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού, Κέδρος)
«Μεσιτείες» Κική Δημουλά
“Με γυροφέρνει η άνοιξη
αλλά εγώ άλλη φορά/ πορεία δεν αλλάζω για ένα έαρ.
Ας μοιάζει μ’ οτιδήποτε το σούρουπο.
Δεν θα ποτίζω με το αίμα μου ομοιότητες.
Τα όνειρα που είδα/ αποδειχτήκαν ανυπόληπτα:
πήγαν και μ’ άλλους ύπνους.
Όχι δεν παίρνω άλλο διαταγές.
Όταν μου λέγανε τα σύννεφα ταξίδευε/ ταξίδευα
κι όταν μου λέγανε τα όνειρα περίμενε/ περίμενα.
Όχι, δεν παίρνω άλλες διαταγές.
Τα δούλεψα πιστά τα διαλυτά.
Με γυροφέρνει από χθες η άνοιξη.
Μια νεραντζιά με κοίταξε/ με διάθεση υπόπικρη,
και μου ‘κλεισε το δρόμο/ μια μυρωδιά επιστροφής.
Με παζαρεύει η τοκογλύφος μνήμη:
για να μου δώσει έναν Μάιο παλιό
μαζί και με τις νεραντζιές,
για να μου δώσει κυρίως τη μορφή,
που στη μεταφορά της
από σταθμό της λύπης σε σταθμό
χτυπήθηκε στα μάτια και στο στόμα
-γι αυτά πληρώνεις-,/ μου παίρνει ένα μέλλον.”
(Κική Δημουλά, Ποιήματα, Ίκαρος)
«Όταν μιαν άνοιξη» Μανόλης Αναγνωστάκης
Όταν μιαν άνοιξη χαμογελάσει
θα ντυθείς μια καινούργια φορεσιά
και θα 'ρθεις να σφίξεις τα χέρια μου
παλιέ μου φίλε
Κι ίσως κανείς δε σε προσμένει να γυρίσεις
μα εγώ νιώθω τους χτύπους της καρδιάς σου
κι ένα άνθος φυτρωμένο στην ώριμη,
πικραμένη σου μνήμη
Κάποιο τρένο, τη νύχτα, σφυρίζοντας,
ή ένα πλοίο, μακρινό κι απροσδόκητο
θα σε φέρει μαζί με τη νιότη μας
και τα όνειρά μας
Κι ίσως τίποτα, αλήθεια, δεν ξέχασες
μα ο γυρισμός πάντα αξίζει περισσότερο
από κάθε μου αγάπη κι αγάπη σου
παλιέ μου φίλε
«Τα ετεροθαλή» Οδυσσέας Ελύτης
(πρώτη σειρά ψαλμός και ψηφιδωτό για μιαν άνοιξη στην Αθήνα)
Άνοιξη θρύψαλο μενεξεδί
Άνοιξη χνούδι περιστέρας
Άνοιξη σκόνη μυριόχρωμη
[…]
Άνοιξη πίκρισμα του σκίνου
Άνοιξη άζωτο της αμασχάλης
Άνοιξη σουσάμι αόρατο
[…]
Άνοιξη μυρμηγκιά της μέρας
Άνοιξη αίμα του βολβού
Άνοιξη οπλοπολυβόλο απύλωτο
Στων ωραίων γυναικών τα χέρια
Όπου τύχει
Ριπές θανάτου
Εκατομμύρια σπερματοζωάρια
Στων ωραίων γυναικών τα χέρια
Τα δυνατά λουλούδια με τον ήλιο μέσα τους
[…]
Άνοιξη τσίτι τσιτωμένο
Άνοιξη σφήκα του χεριού
Άνοιξη «μη» «θα μας δούνε τέρας»
[…]
Άνοιξη μούρο αδάγκωτο
Άνοιξη βιδωτό φιλί
Άνοιξη χάσμα της λιποθυμιάς
[…]
Άνοιξη 37 και 2
Άνοιξη Love Amour και Liebe
Άνοιξη no nein και non.
[…]
Άνοιξη δόντι λυσσαλέο
Άνοιξη φούξια του παροξυσμού
Άνοιξη αρτεσιανό ηφαίστειο
[…]
Άνοιξη σάλτο της ακρίδας
Άνοιξη μήτρα σκοτεινή
Άνοιξη πράξη ακατονόμαστη
[…]
Άνοιξη άνοιξη σαλπάροντας
Άνοιξη άνοιξη σημαιοστόλιστη
Άνοιξη «αντίο αντίο παιδιά!»
«Ἄνοιξη μ.Χ.» Γ. Σεφέρης
Πάλι μὲ τὴν ἄνοιξη
φόρεσε χρώματα ἀνοιχτὰ
καὶ μὲ περπάτημα ἀλαφρὺ
πάλι μὲ τὴν ἄνοιξη
πάλι τὸ καλοκαίρι
χαμογελοῦσε.
Μέσα στοὺς φρέσκους ροδαμούς
στῆθος γυμνὸ ὡς τὶς φλέβες
πέρα ἀπ᾿ τὴ νύχτα τὴ στεγνὴ
πέρα ἀπ᾿ τοὺς ἄσπρους γέροντες
ποὺ συζητοῦσαν σιγανὰ
τί θά ῾τανε καλύτερο
νὰ παραδώσουν τὰ κλειδιὰ
ἢ νὰ τραβήξουν τὸ σκοινὶ
νὰ κρεμαστοῦνε στὴ θηλιὰ
ν᾿ ἀφήσουν ἄδεια σώματα
κεῖ ποὺ οἱ ψυχὲς δὲν ἄντεχαν
ἐκεῖ ποὺ ὁ νοῦς δὲν πρόφταινε
καὶ λύγιζαν τὰ γόνατα.
Μὲ τοὺς καινούργιους ροδαμούς
οἱ γέροντες ἀστόχησαν
κι ὅλα τὰ παραδώσανε
ἀγγόνια καὶ δισέγγονα
καὶ τὰ χωράφια τὰ βαθιὰ
καὶ τὰ βουνὰ τὰ πράσινα
καὶ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ βιός
τὴ σπλάχνιση καὶ τὴ σκεπὴ
καὶ ποταμοὺς καὶ θάλασσα
καὶ φύγαν σὰν ἀγάλματα
κι ἄφησαν πίσω τους σιγὴ
ποὺ δὲν τὴν ἔκοψε σπαθὶ
ποὺ δὲν τὴν πῆρε καλπασμός
μήτε ἡ φωνὴ τῶν ἄγουρων
κι ἦρθε ἡ μεγάλη μοναξιὰ
κι ἦρθε ἡ μεγάλη στέρηση
μαζὶ μ᾿ αὐτὴ τὴν ἄνοιξη
καὶ κάθισε κι ἀπλώθηκε
ὡσὰν τὴν πάχνη τῆς αὐγῆς
καὶ πιάστη ἀπ᾿ τ᾿ ἀψηλὰ κλαδιὰ
μέσ᾿ ἀπ᾿ τὰ δέντρα γλίστρησε
καὶ τὴν ψυχή μας τύλιξε.
Μὰ ἐκείνη χαμογέλασε
φορώντας χρώματα ἀνοιχτὰ
σὰν ἀνθισμένη ἀμυγδαλιὰ
μέσα σε φλόγες κίτρινες
καὶ περπατοῦσε ἀνάλαφρα
ἀνοίγοντας παράθυρα
στὸν οὐρανὸ ποὺ χαίρονταν
χωρὶς ἐμᾶς τοὺς ἄμοιρους.
Κι εἶδα τὸ στῆθος της γυμνὸ
τὴ μέση καὶ τὸ γόνατο
πῶς βγαίνει ἀπὸ τὴν παιδωμὴ
νὰ πάει στὰ ἐπουράνια
ὁ μάρτυρας ἀνέγγιχτος
ἀνέγγιχτος καὶ καθαρός,
ἔξω ἀπ᾿ τὰ ψιθυρίσματα
τοῦ λαοῦ τ᾿ ἀξεδιάλυτα
στὸν τσίρκο τὸν ἀπέραντο
ἔξω ἀπ᾿ τὸ μαῦρο μορφασμὸ
τὸν ἱδρωμένο τράχηλο
τοῦ δήμιου π᾿ ἀγανάχτησε
χτυπώντας ἀνωφέλευτα.
Ἔγινε λίμνη ἡ μοναξιὰ
ἔγινε λίμνη ἡ στέρηση
ἀνέγγιχτη κι ἀχάραχτη.
16 Μαρτ. ῾39
πηγη:piotermilonas.blogspot.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου