Μια τρισχιλιόχρονη πολιτεία αφήνεται στο χάδι της Μαύρης Θάλασσας, ενώ πίσω της απλώνεται η μεγαλειώδης ομορφιά των Ποντικών Αλπεων που κρύβουν στα σωθικά τους την Παναγία Σουμελά.
«Και ήλθον επί θάλατταν εις Τραπεζούντα, πόλιν Ελληνίδα, οικουμένη εν τω Ευξείνω Πόντω, Σινωπέων αποικίαν, εν τη Κόλχων χώρα» (Ξενοφώντος «Κύρου Ανάβασις»). Κάπου εδώ κοντά στην πόλη που ιδρύθηκε το 756 π.Χ. αναφώνησαν «Θάλαττα! Θάλαττα!» οι Μύριοι. Από εδώ περνούσε, αιώνες αργότερα, ο Δρόμος του Μεταξιού. Εδώ μπαρκάρισε ο Μάρκο Πόλο για να επιστρέψει στη Βενετία μετά από 24 χρόνια στα βάθη της Ασίας. Κυρίως, όμως, εδώ έριξαν άγκυρα Ελληνες και μεγαλούργησαν για χιλιάδες χρόνια μέχρι την Ανταλλαγή των Πληθυσμών που ακολούθησε τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922.
Οι Πόντιοι πέρασαν από χίλια μύρια κύματα και δεν εννοούμε μόνο αυτά του αρχικώς Αξενου («αφιλόξενου») Πόντου, τον οποίο με πολύ κόπο κατόρθωσαν για μεγάλες περιόδους να μετατρέψουν σε Εύξεινο («φιλόξενο»).
Γνώρισαν βίαιους εξισλαμισμούς, λεηλασίες περιουσιών, εκτοπισμούς, βαναυσότητες πέραν περιγραφής από άτακτες ομάδες («Τσέτες») Λαζών και Κούρδων, τη φρίκη των «αμελέ ταμπουρού» («τάγματα εργασίας») στο Ερζερούμ και το Καρς, βιασμούς, ομαδικές δολοφονίες, αμέτρητους θανάτους από την πείνα και ανείπωτη εξαθλίωση μέχρι τον τελικό ξεριζωμό από τα αγιασμένα χώματά τους.
Γνώρισαν όμως και περιόδους ευημερίας κυρίως στους βυζαντινούς χρόνους. Μετά την πρώτη Αλωση της Πόλης από τους Φράγκους, ο Ανατολικός Πόντος ανεξαρτητοποιείται και ιδρύεται η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας (1204-1461), γνωστή και ως «Αυτοκρατορία των Μεγαλοκομνηνών», η οποία λειτούργησε ανταγωνιστικά αλλά και συμπληρωματικά απέναντι στην ασθμαίνουσα και παραπαίουσα Βυζαντινή Αυτοκρατορία και αποτέλεσε ένα από τα τελευταία προπύργια απέναντι στην οθωμανική επέλαση, συνεχίζοντας την παράδοση των Ακριτών.
Πρόκειται για το αποκορύφωμα στη μακραίωνη ιστορία μιας πόλης που έκτοτε κατέχει τον άτυπο τίτλο της «Πρωτεύουσας του Πόντου», περνώντας στη σφαίρα του μύθου για τους Πόντιους αλλά και για όλους τους Έλληνες.
Παρά τις αντιξοότητες ο Ελληνισμός της Τραπεζούντας κατόρθωσε να ανθήσει και στα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ειδικά μετά το «Χάτι Χουμαγιούν» (1856), ένα διάταγμα που καθιέρωνε την ανεξιθρησκία. Τότε δεκάδες χιλιάδες κρυπτοχριστιανοί, γνωστοί ως «κλωστοί» ή «γυριστοί», επέστρεψαν φανερά στη χριστιανική πίστη.
Χιλιάδες άλλοι παρέμειναν «κλωστοί» βλέποντας τα προσκόμματα που έβαζε η οθωμανική διοίκηση στους «τενεσούρ», τους «επανακάμψαντες» χριστιανούς. Εκείνο που ένωνε τους περισσότερους ήταν αυτή η υπέροχη εκδοχή της ελληνικής γλώσσας, η ποντιακή διάλεκτος, που ομιλείται ακόμα και σήμερα σε περιοχές γύρω από την Τραπεζούντα, σε χωριά της Τόνιας (Tonya), της Ματσούκας (Macka) και του Οφεως (Of).
Κατά τις τελευταίες δεκαετίες πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή ο πληθυσμός της πόλης της Τραπεζούντας ήταν σχεδόν μοιρασμένος. Στην πόλη λειτουργούσε Μητρόπολη, δεκάδες εκκλησίες και σχολεία με σημαντικότερο το φημισμένο «Φροντιστήριο».
Ενδεικτικό της άνθησης της ελληνικής κοινότητας είναι το γεγονός ότι από τις 4 τράπεζες της πόλης οι 3 ήταν σε ρωμαίικα χέρια (ιδιοκτησίας Θεοφυλάκτου, Καπαγιαννίδη και Φωστηρόπουλου).
Η Τραπεζούντα σήμερα περιστρέφεται γύρω από το λιμάνι της που παραμένει σημαντικός κόμβος και ένα από τα σπουδαιότερα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας. Βρίσκεται εκεί που βρισκόταν πάντα, στον όρμο της Δαφνούντας. Πολύ κοντά και η κεντρική πλατεία της πόλης, η πλατεία Ατατούρκ, όπου θα βρείτε πλήθος εστιατορίων, καφέ και ξενοδοχείων.
Με αφετηρία την πλατεία ανοίγεται μπροστά σας πλήθος επιλογών. Αν κινηθείτε βόρεια θα φτάσετε στο γραφικό λιμανάκι κάτω από το Λεοντόκαστρο (Güzel Hisar), όπου θα βρείτε ατμοσφαιρικά ταβερνάκια με τα τραπέζια δίπλα, ενίοτε και μέσα στο κύμα. Πολύ κοντά, ένα τετραώροφο νεοκλασικό που κοιτά στη θάλασσα είναι το περίφημο «Φροντιστήριο Τραπεζούντας» που λειτουργεί και σήμερα ως σχολείο.
Αν από την πλατεία Ατατούρκ κινηθείτε με κατεύθυνση νότια θα φτάσετε στον λόφο Boztepe (Μίθριον όρος). Στις πλαγιές θα δείτε τα ερείπια της Μονής Θεοσκεπάστου (Kizlar Manastiri) και τον αναστηλωμένο Πύργο της Αυτοκράτειρας Ειρήνης (Cephanelik). Οι καφετέριες στον λόφο προσφέρουν εντυπωσιακή θέα στην πόλη και στη Μαύρη Θάλασσα.
Από την πλατεία ξεκινάει με κατεύθυνση δυτική το Uzun Sokak, ένας από τους πιο εμπορικούς δρόμους της πόλης, στο τέλος του οποίου θα φτάσετε στο κάστρο των Κομνηνών. Πριν από αυτό όμως αξίζει να κάνετε μια στάση στο Μέγαρο Κωστάκη Θεοφυλάκτου, ένα εντυπωσιακό κτίριο όπου σήμερα στεγάζεται το μουσείο της πόλης.
Λίγο βορειότερα θα βρείτε τον Ναό του Αγίου Ευγενίου (τζαμί Yeni Cuma), κτίσμα της πρώτης περιόδου των Μεγαλοκομνηνών (1222) ενώ νότια της οδού Uzun, ανάμεσα στο τέμενος Tabakhane και το παλιό ανατολίτικο παζάρι, κρυμμένο σε σοκάκια στην παλιά ενορία του Αγίου Βασιλείου, θα βρείτε τον Ναό της Αγίας Αννας (Kucuk Ayvasil Kilisesi). Πρόκειται για τη «μακροβιότερη» εκκλησία της Τραπεζούντας καθώς λειτουργούσε από το 884 μέχρι το 1923.
Η παλιά πόλη
Περνώντας τη γέφυρα Tabakhane, με κατεύθυνση προς τα δυτικά, θα φτάσετε στον τεράστιο τραπεζοειδή βράχο που έδωσε, κατά την επικρατέστερη εκδοχή, στην πόλη το όνομά της. Πρόκειται για φυσικά οχυρή θέση, καθώς περιβάλλεται από ρέματα και μικρά φαράγγια, η οποία ενισχύθηκε με κατασκευή τειχών ήδη από τα αρχαία χρόνια και αποτελεί τον πυρήνα της παλιάς πόλης. Τα τείχη που βλέπετε σήμερα αποτελούν στον μεγαλύτερο βαθμό έργο των Κομνηνών.
Στην Ακρόπολη (Ιc Kale) του κάστρου βρισκόταν το παλάτι της δυναστείας, ελάχιστα ερείπια του οποίου διακρίνονται σήμερα. Στο «Μεσαίο Κάστρο» («Ortahisar»), θα δείτε τον Μητροπολιτικό Ναό της Θεοτόκου της Χρυσοκεφάλου (10ος αιώνας), σήμερα τζαμί Fatih Buyuk.
Περνώντας τη γέφυρα Zagnos εισέρχεστε στη συνοικία των Εξωτείχων, που κάποτε είχε σχεδόν αμιγώς ελληνικό πληθυσμό. Εδώ θα δείτε ένα εντυπωσιακό τέμενος και μαυσωλείο της Μαρίας-Γκιουλμπαχάρ (Gulbahar Hatun Camii ve Turbesi). H Μαρία-Γκιουλμπαχάρ ήταν (κατά μία εκδοχή, τουλάχιστον) Ρωμιά από το χωριό Λιβερά της Ματσούκας (Macka) και ήταν βαλιντέ σουλτάν (όπως λέμε σήμερα «βασιλομήτωρ»), μια από τις συζύγους του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Β' και μητέρα του Σουλτάνου Σελίμ Α'.
Στη δυτική άκρη των Εξωτείχων, περίπου 2 χλμ. από το κέντρο της πόλης, θα βρείτε το σημαντικότερο μνημείο της, τον βυζαντινό ναό της Αγίας Σοφίας (13ος αιώνας) που σήμερα λειτουργεί ως μουσείο (Ayasofia muzesi). Πέρα από τη μεγάλη αρχιτεκτονική του αξία, ο ναός εντυπωσιάζει τον επισκέπτη με τις εκπληκτικές τοιχογραφίες του που αποτελούν εξαίρετο δείγμα της πρώιμης Παλαιολόγειας Αναγέννησης.
Λίγα χιλιόμετρα νοτιότερα στο πάλαι ποτέ «σιμοχώρι» και νυν προάστιο Soguksu, μπορείτε να επισκεφθείτε την Επαυλη Καπαγιαννίδη, σήμερα «Περίπτερο του Ατατούρκ» (Ataturk Kosku). «Σιμοχώρια» ονομάζονταν τα κοντινά στην Τραπεζούντα χωριά, όπου πολλοί εύποροι της πόλης διατηρούσαν τα εξοχικά τους.
Εκτός πόλης μπορείτε να αναζητήσετε ελληνικά ίχνη στις δεκάδες κωμοπόλεις και χωριά, αλλά κυρίως να θαυμάσετε το μεγαλείο της ποντιακής φύσης, τα πανύψηλα βουνά, τις βαθιές χαράδρες και κοιλάδες, την οργιαστική βλάστηση.
Επίσης μπορείτε να ψάξετε για κάποιο από τα πανηγύρια που διοργανώνονται μεταξύ Μαΐου - Σεπτεμβρίου στα πολυτραγουδισμένα παρχάρια, αυτά τα αλπικά, γυμνά οροπέδια, κάτι ανάμεσα σε βοσκοτόπια και παραθεριστικούς οικισμούς, όπου παραδοσιακά περνούσαν και περνούν οι Πόντιοι τα καλοκαίρια τους για να αποφύγουν την αφόρητη υγρασία της παραλιακής ζώνης.
Οφείλω όμως να σας προειδοποιήσω ότι η αυτόνομη κίνηση (π.χ. με ενοικιαζόμενο ΙΧ) δεν είναι εύκολη υπόθεση. Λίγο η ελλιπής σήμανση, λίγο οι «αναξιόπιστοι» χάρτες, λίγο η πυκνή βλάστηση που «εξαφανίζει» χωριά ολόκληρα, λίγο οι λασπωμένοι χωματόδρομοι μετά από βροχές θα κάνουν την αναζήτησή σας να μοιάζει με κυνήγι του χαμένου θησαυρού.
Αρκετά εύκολα μπορείτε να εντοπίσετε λίγα χιλιόμετρα δυτικά της Τραπεζούντας τη λίμνη Σέρρα (Sera Golu), από την οποία πήρε το όνομά του ο περίφημος πολεμικός, «τρομαχτός» ποντιακός χορός - εξέλιξη του πυρρίχιου.
Ακόμα δυτικότερα θα βρείτε τα Πλάτανα (Akcaabat), στις παλιές γειτονιές των οποίων θα μυρίσετε λίγο άρωμα παλιού Πόντου. Στα ανατολικά της πόλης και κινούμενοι παραλιακά θα βρείτε τα Σούρμενα (Surmene) και τον Οφη (Of). Στο ύψος του Οφεως θα στρίψετε δεξιά με κατεύθυνση την ενδοχώρα, όπου στα 95 περίπου χιλιόμετρα από την Τραπεζούντα σας περιμένει το μαγευτικό τοπίο της λίμνης Ουζούν ή Σάραχο (Uzungol), με τα δεκάδες γραφικά ταβερνάκια και ξενώνες.
Η Παναγία Σουμελά
Εννοείται ότι δεν νοείται ταξίδι στην Τραπεζούντα, χωρίς μια τουλάχιστον επίσκεψη στη μεγάλη «Κυρά του Πόντου», Παναγία Σουμελά, Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Κινηθείτε αρχικά προς την ιστορική Ματσούκα (Macka), μια πόλη λίκνο του ποντιακού ελληνισμού.
Από τη Ματσούκα συνεχίζετε για το Εθνικό Πάρκο Altindere και την «Ιερουσαλήμ των Ποντίων». Στην είσοδο του Εθνικού Πάρκου μην αμελήσετε να πληρώσετε το εισιτήριο για τη μονή, για να μην ξαναγυρνάτε πίσω αργότερα. Η πρώτη οπτική επαφή, περίπου 45 χλμ. από την Τραπεζούντα, κόβει την ανάσα!
Το μοναστήρι είναι μια αετοφωλιά κρεμασμένη στα κάθετα βράχια του όρους Μελά. Ο συνδυασμός του αρχιτεκτονικού αριστουργήματος με το συγκλονιστικό τοπίο είναι μοναδικός!
Στο μοναστήρι μπορείτε να φτάσετε με δύο τρόπους. Ο πρώτος είναι ο κλασικός, αυτός που ακολουθούσαν για αιώνες μοναχοί και προσκυνητές. Διασχίζετε το Ποτάμι της Παναγίας στο ύψος του τουριστικού περιπτέρου και περπατάτε το ανηφορικό μονοπάτι για 45 περίπου λεπτά.
Ο δεύτερος, πιο εύκολος, αλλά λιγότερο «προσκυνηματικός» είναι να συνεχίσετε τον δρόμο που σκαρφαλώνει στις απότομες πλαγιές με το αυτοκίνητο και να περπατήσετε για 10 περίπου λεπτά μέχρι τη μεγάλη σκάλα με τα 99 σκαλοπάτια που οδηγεί στα ενδότερα.
Σε κάποια στροφή αυτής της διαδρομής θα βρείτε και το σημείο με την ωραιότερη θέα της μονής και της κοιλάδας και το μοναδικό σημείο από το οποίο είναι ορατό το, καλά κρυμμένο πίσω από έναν βράχο, παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας, όπου τοποθέτησαν σε κρύπτη τα τρία σημαντικότερα κειμήλια της μονής, φεύγοντας, οι τελευταίοι μοναχοί το 1923.
Τα κειμήλια αυτά τα έφεραν στην Ελλάδα μοναχοί που γνώριζαν την κρύπτη το 1931, κατόπιν συνεννοήσεως, μεταξύ Ελευθερίου Βενιζέλου και Ισμέτ Ινονού. Πρόκειται για την εικόνα της Παναγίας (μια από τις 3 εικόνες που αποδίδονται στον ευαγγελιστή Λουκά), το ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου και τον σταυρό του αυτοκράτορα της Τραπεζούντας Εμμανουήλ Κομνηνού, τα οποία μπορείτε να δείτε σήμερα στη Νέα Μονή Σουμελά στην Καστανιά Ημαθίας.
Ο,τι και να πούμε για το μοναστήρι (ιδρύθηκε, σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, τον 4ο αιώνα) είναι λίγο. Και μόνο μια ματιά στο Καθολικό του και στα κατάγραφα βράχια της ιερής σπηλιάς αρκεί για να μείνει αυτή η μυσταγωγική εμπειρία για πάντα χαραγμένη στο μυαλό και στην καρδιά σας.
Σημαντική και ιδιαίτερα συγκινητική στιγμή στην ιστορία της μονής ήταν η τέλεση λειτουργίας, χοροστατούντος του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου τον Δεκαπενταύγουστο του 2010, 83 χρόνια μετά την αποχώρηση των τελευταίων μοναχών.
Στην περιοχή γύρω από τη Ματσούκα θα βρείτε δύο ακόμα σημαντικότατα μοναστήρια. Στο πρώτο, τη μονή Αγίου Ιωάννη Βαζελώνα (Vazelon Manastiri), δεν κατόρθωσα να φτάσω ποτέ γιατί κόλλησε το ενοικιαζόμενο στη λάσπη και να ‘ναι καλά κάτι Τούρκοι που είχαν πάει για πικνίκ στο δάσος που με τράβηξαν. Το δεύτερο, τη Μονή Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα, κατάφερα να το εντοπίσω με τη δεύτερη προσπάθεια.
Ήταν το τελευταίο απόγευμα της παραμονής μου στην Τραπεζούντα και περιφερόμουν σε χωματόδρομο όταν είδα σε ένα χωράφι μια ηλικιωμένη κυρία και φώναξα το όνομα του μοναστηριού στα τούρκικα. «Kustul Manastiri;». Μου έκανε νεύμα να κατέβω από το αυτοκίνητο και με οδήγησε στο φτωχικό της.
Έβαλε να μου φτιάξει ένα τσάι, φώναξε την κόρη και τα εγγόνια της. Κι άρχισε να μου μιλάει. Στα ποντιακά! Κι εγώ που στην Ελλάδα δεν καταλαβαίνω γρι από ποντιακά, άρχισα μετά από λίγο να τα «πιάνω», μη σας πω ότι άρχισα και να τα μιλάω κιόλας! Αφού τα είπαμε λίγο με την κυρά-Φατιμά (αυτό ήταν το όνομά της), με κάλεσε να ξαναπάω με τη γυναίκα μου να μας φιλοξενήσει.
«Αν τα καταφέρω να ξανάρθω, θες να σου φέρω τίποτα;» τη ρώτησα και αυτή μου ζήτησε ένα κουτί νες καφέ και ένα σακουλάκι ζάχαρη. Κανονικά, λέει, της έστελνε ο γιος της που ζει στη Θεσσαλονίκη, αλλά είχε καιρό να της στείλει. «Ρε, μπας και είναι κρυπτοχριστιανή;» αναρωτήθηκα, αλλά δεν τόλμησα να το κάνω φωναχτά. Γιατί να τη φέρω σε δύσκολη θέση;
Τράβηξα μια φωτογραφία με τον τηλεφακό και στράφηκα προς το αυτοκίνητο. Η κυρά-Φατιμά με αποχαιρέτησε με μια ευχή: «Αρεσυίαν» («υγεία να 'χεις») και είναι η λέξη που κράτησα σαν αντίδωρο από αυτό το ταξίδι.
πηγη:thetravelbook.gr/Ηρακλής Μήλας
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου